Την είδα την ξανθούλα,
την είδα 'ψες αργά
Που εμπήκε στη βαρκούλα να πάει στην ξενητειά.
Εφούσκονε τ' αγέρι
λεπτότατα πανιά Ωσάν το περιστέρι που απλώνει τα φτερά
Εστέκονταν οι φίλοι
με λύπη με χαρά Και αυτή με το μαντίλι τους αποχαιρετά. Και το χαιρετισμό της
Ως που η πολλή μακρότης
Μου το'κρυψε κι αυτό
Σ' ολίγο, σ' ολιγάκι
Δεν ήξερα να πω αν έβλεπα πανάκι ή του πελάγου αφρό
Και αφού πανί, μαντίλι
Εχάθη ς' το νερό Εδάκρυσαν οι φίλοι Εδάκρυσα κ' εγώ
Δεν κλαίγω για τη βαρκούλα
Δεν κλαίγω τα πανιά Μόν' κλαίω για την Ξανθούλα Που πάει στην ξενητειά.
Γράφτηκε Mετά την επιστροφή απ' την Ιταλία - 1828 περίπου, σε ηλικία 30 ετών. Μουσική Νικόλαος
Δεν κλαίγω τη βαρκούλα
με τα λευκά πανιά Μόν' κλαίω την Ξανθούλα Με τα ξανθά μαλλιά. |
πηγή: Μαγικό κουτί
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου